Άρθρο της Κατερίνας Ροζάκου (Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ) για το Παρατηρητήριο της Προσφυγικής και Μεταναστευτικής Κρίσης στο Αιγαίο
Στο κείμενο αυτό θα θέσω μερικά ζητήματα που με ταλανίζουν εμένα ως ερευνήτρια, θα κάνω αρκετή αυτοκριτική έμμεσα και θα αναρωτηθώ ποιος είναι ο ρόλος του Παρατηρητηρίου σε σχέση με αυτά τα μεθοδοδολογικά, επιστημολογικά, ηθικά και εν τέλει πολιτικά ζητήματα που εγείρει η προσφυγική κρίση. Ποια είναι η θέση του Παρατηρητηρίου σε αυτό το γεμάτο προκλήσεις και καίρια ζητήματα πεδίο, πώς μπορεί να συμβάλλει, ποιες είναι οι δυνατότητες που ανοίγονται και ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει και αυτό το ίδιο.
Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει προσελκύσει ερευνητές από όλα τα μέρη του πλανήτη. Τόσο η προσφυγική όσο και η ελληνική κρίση νωρίτερα μετέφεραν την Ελλάδα από μια περιφερειακή και περιθωριακή θέση στο επίκεντρο της ερευνητικής δραστηριότητας. Τολμώ να πω πως δεν υπάρχει ερευνητής του του φαινομένου του ευρωπαϊκού καθεστώτος συνόρων, της ανθρωπιστικής βοήθειας, της μετανάστευσης, που να μην έχει κάνει "μια βόλτα" στη Λέσβο τα τελευταία δύο χρόνια. Οι δημοσιεύσεις για την προσφυγική κρίση και την Ελλάδα αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς. Αν σκεφτούμε πως τα δύο αυτά χρόνια είναι πολύ μικρό διάστημα για να ωριμάσουν τα ερευνητικά ερωτήματα, πόσο μάλλον να παραχθεί ένα κείμενο, αντιλαμβανόμαστε όλοι τη ζήτηση που έχει η προσφυγική κρίση σε αυτό το σύγχρονο περιβάλλον του νεοφιλελεύθερου πανεπιστημίου. Όταν το 2016 δημοσίευσα ένα άρθρο για την αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες μέσα από μια παλιότερη έρευνα μου συζητώντας ταυτόχρονα τι έχει αλλάξει με την προσφυγική κρίση, ένας καλοπροαίρετος συνάδελφος μου είπε: Πρέπει οπωσδήποτε να βάλεις το refugee crisis στα keywords. Δεν είχε σημασία αν θα ήταν σε εισαγωγικά η όχι ο όρος. Σημασία είχε να έμπαινε στις λέξεις κλειδιά. Σημασία είχε να κατοχυρώσω τη θέση μου σε αυτό το ανερχόμενο ερευνητικό πεδίο το οποίο, όπως πολύ ορθά διέκρινε ο έμπειρος συνάδελφος, θα εξελισσόταν τα επόμενα χρόνια ραγδαία.
Το προσφυγικό, η μετακίνηση πληθυσμών, η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί προς την Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν είναι μόνο ένα ζήτημα, δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα για το ευρωπαϊκό καθεστώς συνόρων, δεν είναι μόνο μια πρόκληση για την ανθρωπιστική βοήθεια. Το προσφυγικό είναι μια τεράστια ευκαιρία. Ο Ruben Andersson (2014) που έχει μελετήσει τη μεταναστευτική κίνηση μεταξύ Ευρώπης και Αφρικής έχει επινοήσει τον εξαιρετικά εύστοχο όρο "βιομηχανία παρανομίας" (illegality industry). Ο όρος "βιομηχανία παρανομίας" αναφέρεται σε ένα πλέγμα από πολύ διαφορετικούς φορείς, με διαφορετικές ιδεολογίες, ατζέντα, πολύ διαφορετικά πεδία δράσης που ωστόσο όλοι τους έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Όλοι τους έχουν δραστηριοποιηθεί σε αυτή την επικερδή βιομηχανία, τη βιομηχανία παρανομίας. Σε αυτή την βιομηχανία παρανομίας περιλαμβάνονται όλοι αυτοί που "διαχειρίζονται" (η έννοια της διαχείρισης είναι περιοριστική αν όχι προβληματική) την παράνομη μετακίνηση. Θα λέγαμε μάλιστα ότι δουλειά τους είναι να παράγουν τον ίδιο τον “παράνομο” μετανάστη μέσα από διαδικασίες καταγραφής στα σύνορα, μέσα από διαδικασίες εντοπισμού, σύλληψης, μέσα από τις γραφειοκρατικές και άλλες διαδικασίες στα hot spots, για παράδειγμα. Αυτοί λοιπόν είναι οι κρατικοί και υπερκρατικοί διαχειριστές των συνόρων, οι συνοριοφύλακες, οι λιμενικοί, η αστυνομία, η Frontex. Σε αυτή όμως την βιομηχανία παρανομίας δραστηριοποιούνται και ανθρωπιστικές οργανώσεις που παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια, αγαθά και υπηρεσίες στους πρόσφυγς και τους μετανάστες. Μέρος της είναι και οι μετανάστες που ιδρύουν ΜΚΟ. Για παράδειγμα, ο Άντερσον αναφέρεται σε Σενεγαλέζους μετανάστες που έχουν απελαθεί και ιδρύουν ΜΚΟ όταν επιστρέφουν. Μέρος αυτής της βιομηχανίας είναι δημοσιογράφοι και φωτογράφοι. Μπορώ να προσθέσω αμέτρητους ακόμα διαφορετικούς φορείς που συμμετέχουν σε αυτήν και μπορείτε όλοι να αναγνωρίσετε μέρος του τοπίου που συναντάμε στη Λέσβο τα τελευταία χρόνια. Τέλος, μέρος αυτής της βιομηχανίας παρανομίας είμαστε και οι ερευνητές, άνθρωποι που η δουλειά τους είναι η μελέτη, δικό τους προϊόν παραγωγής (γιατί βέβαια αυτή η βιομηχανία είναι παραγωγική) είναι τα άρθρα, οι μελέτες, τα βιβλία. Ερευνητές που η αμοιβή τους είναι ο μισθός τους, οι ερευνητικές επιχορηγήσεις που συμβάλλουν στην επιβίωσή τους, ευκαιριακές χρηματοδοτήσεις που με αφορμή αυτό το σημαντικό γεγονός ρέουν άφθονες και προκρίνουν τη μελέτη ενός σύγχρονου και προκλητικού φαινομένου, προβλήματος, όπως νοείται το προσφυγικό. Ερευνητές που κέρδος τους είναι το συμβολικό κεφάλαιο, μεταξύ άλλων, που αποκομίζουν από την παραγωγή γνώσης. Δεν θέλω στο σημείο αυτό να υποτιμήσω καθόλου τη γνωστική πρόκληση. Εξάλλου ο δυϊσμός ανάμεσα στο κέρδος και την ανιδιοτέλεια, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε εκείνους που "βγάζουν λεφτά" από την προσφυγική κρίση και σε εκείνους που είναι ανιδιοτελείς ακτιβιστές, δεν είναι ούτε παραγωγικός ούτε αληθινός. Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι ότι το προσφυγικό είναι προφανώς μια ευκαιρία για όλους όσους εμπλέκονται σε αυτή τη βιομηχανία της κρίσης. Με τις παραπάνω σκέψεις, δεν έχω σκοπό ούτε να υποβιβάσω τα κίνητρα ούτε να ηθικοποιήσω τη γνώση και την παραγωγή της. Θα ήταν όμως αφελές και επικίνδυνο να παραγνωρίσουμε τις ηθικές προκλήσεις που ενέχει η μελέτη του προσφυγικού φαινομένου, όπως κάθε φαινομένου που περιλαμβάνει τη μελέτη ανθρώπων ή άλλων ζώντων οργανισμών και ίσως όχι μόνο ζώντων.
Πέρα από τα ηθικά ζητήματα που μόνο ακροθιγώς έθιξα υπάρχουν σοβαρά μεθοδολογικά ζητήματα που ανακύπτουν στη μελέτη του προσφυγικού. Τα ζητήματα αυτά αφορούν τις ενδεχομένως ελλιπείς, αποσπασματικές και ευκαιριακές μεθοδολογικές επιλογές ερευνητών. Δηλαδή μια σύντομη επίσκεψη δύο ημερών, μια έρευνα χωρίς βάθος αρκεί για να παράξει μια εμπεριστατωμένη μελέτη; Στο τεταμένο καθεστώς των ευρωπαϊκών συνόρων η μελέτη του προσφυγικού μόνο απρόσκοπτη δεν είναι. Στη Λέσβο για παράδειγμα υπάρχουν χώροι που μπορείς να πας εύκολα και χώροι που δεν μπορείς να πας εύκολα. Υπάρχουν χώροι όπως η Μόρια που ισορροπούν την ίδια στιγμή ανάμεσα στην δομική βία, την εγκατάλειψη, τον έλεγχο, την ανομία και το χάος. Η πρόσβαση των ερευνητών εκεί είναι εξαιρετικά προβληματική. Γίνεται δυνατή συνήθως με τη μορφή μιας ευκαιριακής επίσκεψης για μια μέρα ή για δύο. Και παράλληλα σε όλα όσα ανέφερα παραπάνω ή όσα υπονόησα, πιστεύω στη σημασία και στην αναγκαιότητα της έρευνας αυτών ειδικά των χώρων. Πιστεύω στην ανάγκη οι ερευνητές να πασχίσουν για μεγαλύτερη, ουσιαστικότερη και όχι ευκαιριακή πρόσβαση σε αυτούς τους χώρους. Μια πρόσβαση που θα αναδείξει την καθημερινότητα των συνόρων, τις εμπειρίες και τη ρουτίνα των ανθρώπων που ζουν και δουλεύουν εκεί. Μια πρόσβαση που θα φέρει στο προσκήνιο, όχι με τη μορφή μιας επιδερμικής κριτικής από θέση ηθικής ανωτερότητας, αλλά μιας στοχαστικής ανάλυσης, τη βία των συνόρων όχι μόνο προς τους μετανάστες και τους πρόσφυγες αλλά και προς τους εργαζόμενους.Μπορεί το Παρατηρητήριο να συμβάλλει σε αυτό ως μέρος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ως θεσμός του ελληνικού πανεπιστημίου, ως μέρος της τοπικής κοινωνίας, ως φορέας που μεταδίδει και παράγει τη γνώση;
Τέλος θα ήθελα να προεκτείνω την τελευταία πρόκληση αυτής της πολιτικής επί της ουσίας συμβολής του Παρατηρητηρίου στο γνωστικό επίπεδο. Πριν από 30 χρόνια ο Michael Herzfeld (2004) με τη γνωστή του μαχητικότητα επιτέθηκε ξανά στη μεσογειακή εθνογραφία ή την ανθρωπολογία του μεσογειακού χώρου. Ο Herzfeld επινόησε τον όρο Mediterraneanism ή αλλιώς μεσογειανισμό, έχοντας ως έμπνευσή του τον Οριενταλισμό του Edward Said. Ο Herzfeld άσκησε κριτική αναδεικνύοντας πως η Μεσόγειος ανακαλύφθηκε από ανθρωπολόγους μετά την δεκαετία του '50. Σταδιακά η Μεσόγειος ως μια πολιτισμική περιοχή που διέπεται από κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, ηθικούς κώδικες, αξίες, μετατράπηκε για την ανθρωπολογία στον "άλλο" της Ευρώπης. Στη θέση των φυλών της Αφρικής βρέθηκαν οι κοινωνίες της Μεσογείου, της νοτίου Ευρώπης. Ο Herzfeld ηταν ιδιαίτερα καταγγελτικός και σε άλλες του εργασίες για το πώς η Ελλάδα για παράδειγμα κατέχει στην ανθρωπολογική θεωρία την ίδια περιφερειακή και εν τέλει περιθωριακή θέση, όπως η χώρα στην Ευρώπη (Herzfeld 1988). Όχι απολύτως ευρωπαϊκή, η Ελλάδα είναι μια χώρα στις γεωγραφικές και συμβολικές παρυφές της Ευρώπης. Η Ελλάδα αποτελεί μόνο ερευνητικό πεδίο, όχι παραγωγής γνώσης αλλά πεδίο, ερευνητικό υλικό. Αυτή την παγκόσμια ιεραρχία γνώσης και αξίας πρέπει να ξανασκεφτούμε και ίσως να αναμετρηθούμε μαζί της στις νέες συνθήκες. Γιατί το προσφυγικό, ένα θέμα που έχει γίνει της μόδας κινδυνεύει να γίνει αντίστοιχα πεδίο αναπαραγωγής στερεοτύπων αλλά και αυτής της παγκόσμιας ιεραρχίας της γνώσης.
Πώς μπορεί το Παρατηρητήριο να σταθεί απέναντι σε αυτό, πώς μπορεί να παραχθεί εθνογραφική θεωρία από ένα καινούργιο, "καυτό" εθνογραφικό πεδίο και όχι το αντίθετο, δηλαδή να χρησιμοποιηθεί η περίπτωση του προσφυγικού και της Ελλάδας για την αναπαραγωγή θεωρητικών μοντέλων στο κέντρο της ανθρωπολογικής γνώσης, στην Ευρώπη ή στις ΗΠΑ. Και αυτό το υποστηρίζω ως πολιτική και γνωστική πράξη και όχι από τη θέση ενός επιστημολογικού εθνικισμού.
Αναφορές
Andersson, Ruben. 2014. Illegality Inc. Clandestine Migration and the Business of Bordering Europe. Ώκλαντ: University of California Press.
Herzfeld, Michael. 2005. «Practical Mediterraneanism: Excuses for Everything, from Epistemology to Eating». Στο W.V. Harris (επιμ.), Rethinking the Mediterranean, 45-63. Οξφόρδη: Oxford University Press.
Herzfeld, Michael. 1998 [1987], Η ανθρωπολογία μέσα από τον καθρέφτη: Κριτική εθνογραφία της Ελλάδας και της Ευρώπης. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.